Μαύρο Ρόδο: Ο Βίκος δίνει τελεσίγραφο στην Αλεξία!
Μαύρο Ρόδο: Η Ελισάβετ επιστρέφει στο μοναστήρι, ενώ η Ευτυχία πηγαίνει και πάλι στο δάσος για να δει τον Γεράσιμο… Διαβάστε πρώτοι στο epeisodia.gr όλα όσα θα δούμε και όλες τις εξελίξεις από τα επόμενα επεισόδια της σειράς του Mega Μαύρο Ρόδο.
Μαύρο Ρόδο: «Ο Λευτέρης είναι πολύ καθαρός άνθρωπος»
Ο Πέτρος και ο Σταυρίνος κοιτάζοντας την Πολυξένη και τα σπασμένα αυγά προσπαθούν να συγκρατήσουν τα γέλια τους κι εκείνη εκνευρίζεται και παράλληλα ρωτάει τον αστυνομικό γιατί να τον ακολουθήσει στο τμήμα. «Ήρεμα βρε Πολυξένη. Μην παρεμποδίζεις το έργο της αστυνομίας, μπορεί να βρεθείς μπλεγμένη. Να έχεις τίποτα κυρώσεις», της λέει δήθεν συμβουλευτικά ο Σταυρίνος και ο Πέτρος συμπληρώνει:
«Ο Λευτέρης είναι πολύ καθαρός άνθρωπος. Όση λάσπη κι αν του πετάξεις, δε θα μείνει πάνω του.Το κόλπο σας δεν έπιασε», κοιτώντας την ψυχρά, ενώ ο αστυνομικός με αυστηρό ύφος της ξανά λέει να τον ακολουθήσει.
Στο μεταξύ, η Κύρα συνεχίζει να πιέζει τον Θέμη να της δώσει ένα όπλο και τελικά καταφέρνει να τον πείσει. «Σε ευχαριστώ. Ένα μόνο πρέπει να μας απασχολεί τώρα: το να εντοπίσουμε το Βίκο. Και μία μόνο θα μας οδηγήσει σε αυτόν: η Αλεξία», του τονίζει κι εκείνος της υπόσχεται πως θα τον βρει ακόμα κι αν πάει στην άλλη άκρη της γης.
Την ίδια ώρα, ο Γιαννίκος τηλεφωνεί στην Θάλεια: «Κορωναίου; Ενημερώνω πως έχω μεγάλο θέμα με τους από πάνω για την αποτυχία με το Βίκο. Κι αναζητώ μια καλόγρια που βρέθηκε στο σημείο. Μπας και μας φωτίσει ο Θεός, δηλαδή, και βγάλουμε άκρη. Κι ακόμα ένα: πιάσαμε τον Φρέντι Ντελένκο», την ενημερώνει κι εκείνη μένει άφωνη..
Πίσω στο μοναστήρι, η Φιλαρέτη στέκεται κερωμένη μπροστά στον Βίκο. «Τι; Δε χάρηκες που με ξαναβλέπεις; Μη στενοχωριέσαι, δεν παρεξηγώ. Καλύτερα. Δεν βρίσκομαι εδώ γιατί μου έλειψες. Από ανάγκη βρίσκομαι», της λέει σαρκαστικά. «Δε θα κρίνω τα όσα έχεις κάνει, τους λόγους που σε κυνηγούν. Αλλά ακόμα και να σε κρύψω σήμερα κι αύριο, για πόσο νομίζεις θα καταφέρνεις να διαφεύγεις;», τον ρωτά και στη συνέχεια του λέει πως έχει ένα άλλο μέρος πιο ασφαλές που μπορεί να τον κρύψει.
Εκείνος της ζητάει το τηλέφωνο της και αμέσως καλεί την Αλεξία ρωτώντας την αν συνεχίζει να θέλει να το σκάσουν. «Είναι το μόνο που θέλω. Αν και με κόλλησε με τέτοιον τρόπο η Κύρα στον τοίχο που», πάει να πει κι εκείνος την κόβει απότομα: «Ποια;», ρωτάει έκπληκτος. «Δε στα είχα πει εγώ πως σας δούλευε; Και πού ήταν το κορίτσι μας;», συνεχίζει προσπαθώντας να το παίξει άνετος.
«Είμαι σίγουρη, Βίκο, πως ο Παράσχος την κρατούσε φυλακισμένη. Με εντολή δική σου», του λέει η Αλεξία και ο Βίκος γίνεται έξαλλος. «Μάλιστα. Νόμιζα πως υπήρχαμε μόνο εμείς οι δύο. Κι όλοι οι άλλοι απέξω. Τίποτα άλλο από εμάς. Αλλά κοίτα, τελικά, πόσο σε απασχολούν. Έχει μαζευτεί πολύς κόσμος. Και με πιάνει δυσφορία. Εγώ κι εσύ μιλάμε, Αλεξία. Ακούω. Τώρα. Ή μου λες πως θες να φύγουμε μαζί ή αυτή είναι η τελευταία φορά που μιλάμε», της ξεκαθαρίζει, κι εκείνη τον ρωτά που θα τον συναντήσει…
Η Ελισάβετ επιστρέφει στο μοναστήρι, ενώ η Ευτυχία πηγαίνει και πάλι στο δάσος για να δει τον Γεράσιμο. «Για την Ελισάβετ έμαθες; Είναι στο μοναστήρι;», την ρωτάει μόλις την αντικρίζει κι εκείνη τον κοιτά με ηρεμία και του απαντά. «Όπου κι αν γύρισε η Ελισάβετ κι όπου κι αν πάει, εσένα δε σου πέφτει λόγος. Δεν πρέπει να σε αφορά. Εσύ πρέπει επιτέλους να χαράξεις το δικό σου δρόμο. Σε ικετεύω, παιδί μου, φύγε. Πήγαινε στη Σουηδία κι άφησέ τα όλα πίσω σου. Η Ελισάβετ θα γεννήσει το παιδί του Πέτρου. Αυτό, πλέον, θα ορίζει τη ζωή της. Εσύ κοίτα να ορίσεις τη δική σου. Φύγε, Γεράσιμέ μου. Φύγε. Τώρα αμέσως αν είναι δυνατόν».
Ο Γεράσιμος την κοιτάζει ψυχρά και ξαφνικά μεταμορφώνεται σα θηρίο ανήμερο. «Πάψε! Πάψε επιτέλους! Τι είναι αυτές οι αηδίες που κάθεσαι και μου λες; Η Ελισάβετ είναι δικιά μου! Μόνο δικιά μου! Το ακούς; Δικιά μου!», φωνάζει έξαλλος και η Ευτυχία ταράζεται, αλλά προσπαθεί να το κρύψει και ήρεμα του ξαναλέει να δει την πραγματικότητα.
«Μα πώς; Αν δεχτώ αυτήν αλήθεια, θα πρέπει να κάνω όνειρα καινούργια. Να φτιάξω από την αρχή ένα λόγο να ζω. Κι αυτό δεν το μπορώ. Όχι. Είμαι μεγάλος για να βρω όνειρα άλλα. Η Ελισάβετ είναι μέσα μου, ριζωμένη. Κομμάτι μου. Δεν έχει νόημα η ζωή χωρίς αυτήν, μάνα», επιμένει ο Γεράσιμος παίρνει την βαλίτσα και φεύγει.
Ο Λευτέρης επιστρέφει στο χωριό την ώρα που οι αστυνομικοί παίρνουν στο τμήμα την Πολυξένη, η οποία τους ζητάει να μιλήσει ένα λεπτό στον πρώην άντρα της. «Βλέπω πάνω σου όλα τα κρίματά μου. Όλες μου τις αδυναμίες. Δε σε λυπάμαι καθόλου. Να το ξέρεις. Άνθρωποι που το ταλέντο τους είναι να βλάπτουν άλλους ανθρώπους, πρέπει να παίρνουν τη θέση που τους αξίζει», της λέει εκείνος απαξιωτικά και η Πολυξένη του απαντά:
«Αυτό είναι το ταλέντο μου; Να σου θυμίσω πόσα χρόνια εκμεταλλευόσουν τις ικανότητές μου; Ολόκληρη επιχείρηση σου έστησα με τη δουλειά που έριξα. Τότε ήταν καλή η Πολυξένη». Ο Λευτέρης φτάνει στα όρια του και τις τα λέει έξω από τα δόντια.
«Φτάνει μωρέ, το έχω ακούσει χίλιες φορές αυτό το παραμυθάκι. Τα χρόνια και τα λόγια και οι αγάπες. Όλα ψέματα. Όλα έκρυβαν έναν σκοπό άλλο από πίσω. Δική μου είναι η φάρμα, Πολυξένη. Όσο για τη δουλειά που λες ότι έριξες, πλησιάζει η ώρα της πληρωμής σου. Και για την Όλγα σου, μην ανησυχείς. Όπως τη φρόντιζα θα συνεχίσω να τη φροντίζω. Όπως δεν τη φρόντισες εσύ ποτέ».Ο αστυνομικός πλησιάζει και τραβά την Πολυξένη για να φύγουν κι εκείνη αρχίζει να παρακαλάει τον Λευτέρη να την βοηθήσει.
«Λευτέρη μου; Βοήθησέ με. Συγχώρησέ με. Δεν είναι έτσι, δεν είμαι κακιά ή ό,τι άλλο νομίζεις. Έχω κάνει λάθη, ναι. Αλλά το δικό σου το κακό δεν το θέλησα ποτέ. Στ’ ορκίζομαι», τον ικετεύει, αλλά εκείνος παρόλο που την λυπάται, βράζει από θυμό. «Και το να ρίξεις πάνω μου την κλεψιά των εικόνων, τι ήταν; Για το καλό μου το έκανες; Θες να σε λυπηθώ ενώ πήγες να με κλείσεις στη φυλακή; Άσε μας, Πολυξένη. Ξέχνα με. Έχω καταλάβει ακριβώς τι είσαι», της ξεκαθαρίζει, ενώ οι αστυνομικοί συνεχίζουν να την τραβάνε προς το περιπολικό.