Το Ναυάγιο: «Βάλε τα δυνατά σου γιατρέ… Πρέπει να ζήσω…»
Στην Κρήτη, η Λαμπρινή δεν σταματά να κλαίει και να ευχαριστεί τον Θεό που ο Πέτρος είναι ζωντανός. «Ευχαριστώ Θε μου… Σημάδι ήτανε για να ζήσω… Τώρα πρέπει να γίνω καλά…», λέει με δάκρυα χαράς κρατώντας το πουκάμισο του γιου της και ο παπάς απορεί.
«Ήρθε η ώρα για το χειρουργείο; Λαμπρινή μου, θα σε πάρουν μέσα… μη φοβάσαι, όλα θα πάνε καλά», της λέει κι εκείνη πιο ευτυχισμένη από ποτέ και γεμάτη αισιοδοξία απαντά: «Το ξέρω… Πράμα μη σε ανησυχεί… Θα τα καταφέρω. Βάλε τα δυνατά σου γιατρέ… Πρέπει να ζήσω… Έχω λόγο για να ζήσω!»
Κι ενώ ο Δημήτρης είναι χαρούμενος ακούγοντας την Βάσω να του λέει πως θα κανονίσει με τον Άγγελο τους αρραβώνες τους, η Πολυξένη συνεχίζει να είναι ανήσυχη. «Δημήτρη, σίγουρα μου τα έχεις πει όλα; Ή κρύβεις κι άλλα και θα με εκθέσεις και εμένα και τα κορίτσια; Δηλαδή ο Κώστας δεν ξέρει τίποτα άλλο που μπορεί να μας εκθέσει οικογενειακώς;», τον ρωτά κι εκείνος της πιάνει τρυφερά το χέρι και προσπαθεί να την καθησυχάσει:
«Αυτά που χρειαζόταν να μάθεις, τα έμαθες. Τα άλλα της δουλειάς μην τα σκαλίζεις. Οι επιχειρήσεις είναι ζούγκλα κι οι άνθρωποι είναι άγρια θηρία…Εγώ είμαι αυτός που ξέρεις τόσα χρόνια… αλλά δε μπορώ να πηγαίνω πάντα με το σταυρό στο χέρι… Θύμα δε θα γίνω…» της λέει και για να αλλάξει θέμα βάζει δυο ποτηράκια λικέρ για να γιορτάσουν τις χαρές της κόρης τους.