Η Γη της Ελιάς: «Πρόσεξε καλά Μάνο, γιατί θα με δεις όπως δεν μ’ έχεις δει ποτέ!»
Ο Παρασκευάς πηγαίνει στον Λυκούργο για να πει πως πήγε η συνάντηση με την Χάιδω. «Μπορεί απόψε το βράδυ να γυρίσει, μπορεί να μη γυρίσει και ποτέ.. δεν έβγαλα άκρη…Είναι ικανή για όλα. Μπορεί να την δούμε απόψε φάντη μπαστούνι, μπορεί να μη γυρίσει και ποτέ..Το μόνο που μου είπε.. «Αφήστε με λίγο.. καίγονται τα σωθικά μου», του λέει κι εκείνος πιάνεται από τη λέξη «λίγο» και ελπίζει πως θα σύντομα θα ξανά έχει την Χάιδω στο πλευρό του.
Η Αθηνά με τον Τζον επιστρέφουν στην Αρεόπολη και το πρώτο πράγμα που κάνουν είναι να πάνε στο δωμάτιο της Φιλιώς και να ανοίξουν το ημερολόγιο της. «Ο Τζον μου φέρεται πάρα πολύ καλά..», διαβάζουν και γεμίζουν χαρά. Ο Δημοσθένης συνεχίζει να ψάχνει με ποιον έχει σχέση η Ειρήνη και αυτή την φορά ρωτάει τον Στάθη αν έχει πάρει κάτι το αυτί του.
«Τι να σου πω..Άμα σε καίει τόσο..Παρακολούθησέ την, βάλε κάποιον άλλον..» του προτείνει εκείνος του απαντά:
«Έβαλα μια φορά, την παρακολούθησα και εγώ, δε βγήκε τίποτα. Θα το ξανακάνω και πολύ σύντομα! Δεν μπορεί η μικρή να είναι πιο καπάτσα από μένα!»
Την ίδια ώρα, η Ειρήνη με τα νεύρα πάνω από το κεφάλι ζητά από την Ασπασία να συνέλθει και να δει τι θα κάνει με τον πατέρα της. «Αυτός την προχωράει την ιστορία με την γκόμενα με ταχύτητα αστραπής..θα βρεθούμε με τα προσκλητήρια του γάμου στο χέρι πριν το καταλάβουμε..» της τονίζει, αλλά εκείνη θεωρεί πως υπερβάλει.
«Καλά, τραγούδα! Τον πέτυχα να παίζει μπιλιάρδο με δαύτην και να γελάει, όπως έκανε με σένα. Μη μου κάνεις εμένα την άνετη. Θα το βαράς το κεφάλι σου στον τοίχο και μαζί θα βαράω κι εγώ το δικό μου χωρίς να φταίω!», την προειδοποιεί η Ειρήνη και η Ασπασία ταράζεται.
Ο Ισίδωρος επιστρέφει από το Λονδίνο και μόλις βρίσκει την ευκαιρία μιλάεΙ στον Μάνο: «Και τώρα οι δυο μας! Που ακούστηκε να πιάνεσαι στο δρόμο στα χέρια σαν τον τελευταίο αλήτη, Μάνο; Και να περνάς αυτόφωρο;; Είναι ποτέ δυνατόν;», τον ρωτά έξαλλος κι εκείνος προσπαθεί να δικαιολογηθεί, όμως μάταια.
«Δεν δέχομαι για κανένα λόγο ένας Βρεττάκος να δέρνεται στο δρόμο! Ατέλειωτα χρόνια τώρα το όνομά μας ήταν πάντα ψηλά! Δεν ανέχομαι να το κάνεις εσύ ρεζίλι! Πρόσεξε καλά γιατί θα με δεις όπως δεν μ’ έχεις δει ποτέ!», τον προειδοποιεί για ακόμα μια φορά.